Όλο το πρωί βαριόταν και δεν σηκώθηκε καν από το κρεβάτι του. Μπορεί να τον ενοχλούσαν τα αγκάθια στα πισινά του αλλά η βαρεμάρα του ήταν μεγαλύτερη. Είχε απορίσει και ο ίδιος με την αδιαφορία που έδειξε ακόμα και στους τουρίστες με τις κάμερες. Άστους να τραβάνε σκέφτηκε, τί θα καταλάβουν.
Το μόνο που θα κάνω είναι να αλλάξω θέση αν κουνηθεί ο Ήλιος, ο οποίος και αυτός φάνταζε να συμπάσχει μαζί του και να κινείται πιο αργά από οτι συνήθως, σκέφτηκε.
Γύρω στις 12 μαζεύτηκαν οι φίλοι του, θα πάμε για κυνήγι και νεράκι παρακάτω του είπαν. Όχι βαριέμαι αποκρύθηκε αυτός.
Ο λήθαργος του θα είχε φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα αλλά για κακή του τύχη εκεί κοντά στις 6, λίγο πριν αρχίσει να πέφτει το φως, φύσηξε ο ανατολικός άνεμος της σαβάνας.
Η ήδονή από το αεράκι, που έκαμνε τη χέτη του να κυματίζει, χάθηκε μαζί με το λήθαργο του την ώρα που στα μεγάλα βασιλικά του ρουθούνια έφτασε η μεθυστικά αδυσώπητη μυρωδιά του θάμνου.
Σηκώθηκε και με γρήγορα βήματα ξεκίνησε, γνωρίζοντας ήδη οτι η νύχτα θα ήταν μεγάλη και η πορεία του μακρινή,
τον ήλιο μπορούσε να τον ξεγελάσει, τα ένστικτα του όμως όχι...
No comments:
Post a Comment